loader image

Σιλικονούχα Χρώματα και Σοβάδες: Τεχνολογία, Φυσικοχημικές Αρχές και Εφαρμογές σε Αρχιτεκτονικά Συστήματα

Η ανάπτυξη των σιλικονούχων επιχρισμάτων υπήρξε ένα από τα πιο καθοριστικά βήματα στη χημεία των χρωμάτων κτιρίων κατά τον 20ό αιώνα. Από τα πρώτα silicate υλικά με βάση τον υδρύαλο έως τα σύγχρονα υβρίδια σιλικονούχων ρητινών και ακρυλικών πολυμερών, η εξέλιξη των δεσμών Si–O–Si έδωσε λύση σε ένα διαχρονικό δίλημμα: πώς μπορεί ένα χρώμα να είναι ταυτόχρονα αδιαπέραστο στο νερό και διαπερατό στους υδρατμούς.

Τα σιλικονούχα χρώματα και σοβάδες αποτελούν σήμερα τη βέλτιστη ισορροπία μεταξύ ανόργανων και οργανικών συστημάτων. Συνδυάζουν τη φυσική εμφάνιση και «αναπνοή» των ανόργανων, με την αντοχή και την ελαστικότητα των πολυμερικών επιχρισμάτων. Η τεχνολογία τους βασίζεται στην ιδιότητα των σιλικονούχων ρητινών να σχηματίζουν ένα μικροπορώδες, υδροφοβικό αλλά διαπερατό στρώμα, προσφέροντας μακροχρόνια προστασία έναντι υγρασίας, ρύπανσης και μικροοργανισμών.

Στην Ευρώπη, και ειδικά σε περιοχές με έντονη εναλλαγή υγρασίας και θερμοκρασίας όπως η Μεσόγειος, τα σιλικονούχα χρώματα θεωρούνται σημείο αναφοράς για τη διατήρηση όψεων, ιστορικών μνημείων και σύγχρονων κτιρίων. Η τεχνολογία τους βασίζεται στη θεωρία προστασίας προσόψεων του Künzel, σύμφωνα με την οποία η άριστη επίστρωση πρέπει να απορροφά ελάχιστο νερό (χαμηλό w-value) και να επιτρέπει ταυτόχρονα την ελεύθερη διάχυση των υδρατμών (χαμηλό sd-value).

Από τον υδρύαλο στα σιλικονούχα πολυμερή

Τα πρώτα υδατοδιαλυτά σιλικικά χρώματα (silicate coatings) αναπτύχθηκαν ήδη τον 19ο αιώνα και χαρακτηρίζονταν από την ανόργανη χημεία τους: δεσμοί Si–O–Si σχηματίζονταν μέσω αλκαλικού πυριτικού νατρίου (υδρύαλος). Η εξαιρετική διαπνοή τους (sd < 0.1 m) συνοδευόταν όμως από υψηλή απορρόφηση νερού και χαμηλή ελαστικότητα. Η ανάγκη βελτίωσης της πρόσφυσης, της σταθερότητας αποθήκευσης και της αντοχής οδήγησε, τη δεκαετία του ’70, στη δημιουργία των λεγόμενων σιλικόνουχων σιλικικών ή σιλικονούχων–σιλικονούχων υβριδίων (silicate emulsions). Με την προσθήκη πολυμερικών γαλακτωμάτων, το υδατογυαλί απέκτησε καλύτερη πρόσφυση και ευκολία εφαρμογής, χωρίς να χάσει τη χαρακτηριστική του διαπερατότητα.

Παρά τα πλεονεκτήματα αυτά, τα silicate coatings παρέμειναν σχετικά εύθραυστα και ευαίσθητα σε ρηγματώσεις. Επιπλέον, η υψηλή τους υδατοαπορρόφηση τα καθιστούσε ακατάλληλα για συνεχείς εκθέσεις σε βροχή ή παραθαλάσσιες περιοχές. Η απάντηση ήρθε με τις σιλικονούχες ρητίνες.

Χημεία και δομή των σιλικονούχων ρητινών

Οι σιλικονούχες ρητίνες (silicone resins) είναι τρισδιάστατα δικτυωμένα πολυσιλοξάνια (R–Si–O–Si–R΄), στα οποία οι οργανικές ομάδες (συνήθως μεθυλ ή φαινύλ) ρυθμίζουν την ελαστικότητα και τη συμβατότητα με οργανικά συστατικά. Η Si–O–Si γέφυρα έχει ισχυρότερη ενέργεια δεσμού από την C–O ή C–C, γεγονός που εξηγεί την εξαιρετική αντοχή τους στη θερμότητα, στην υπεριώδη ακτινοβολία και στις χημικές επιθέσεις.

 

Εικόνα 1. Δομή πολυσιλοξανίων

Στα σιλικονούχα χρώματα για κτίρια, οι ρητίνες αυτές εφαρμόζονται κυρίως σε μορφή γαλακτωμάτων σιλικονούχου ρητίνης (silicone resin emulsions). Κατά την ξήρανση, τα σωματίδια της ρητίνης απορροφώνται πάνω στα ανόργανα πληρωτικά και στα τοιχώματα των πόρων, σχηματίζοντας ένα λεπτό, αδιάβροχο φιλμ. Το φιλμ αυτό δεν σφραγίζει τους πόρους –τους επενδύει– επιτρέποντας τη διάχυση των υδρατμών αλλά αποτρέποντας τη διείσδυση υγρού νερού.

Ο συνδυασμός αυτός καθιστά τα σιλικονούχα επιχρίσματα ένα υλικό με υδροφοβικότητα χωρίς φραγή διάχυσης, ιδανικό για την προστασία προσόψεων.

Ο ρόλος των παραμέτρων w και sd

Η συμπεριφορά των επιχρισμάτων προσδιορίζεται ποσοτικά από δύο κρίσιμες παραμέτρους, σύμφωνα με το πρότυπο EN 1062-1 και τη θεωρία του Künzel:

  • w24-value: ο ρυθμός απορρόφησης νερού μέσω τριχοειδών (kg/m²·√h).
  • sd-value: το ισοδύναμο πάχος αέρα που αντιστοιχεί στην αντίσταση διάχυσης υδρατμών (m).

Για μια επίστρωση να θεωρείται «αναπνεύσιμη και υδροαπωθητική», πρέπει να συνδυάζει χαμηλό w (≤0.1 kg/m²·√h) και χαμηλό sd (≤0.14 m). Τα σιλικονούχα συστήματα, σε αντίθεση με τα ακρυλικά, πετυχαίνουν αυτήν την ισορροπία χάρη στη μικροπορώδη αλλά υδροφοβική δομή τους.

Σε αντίθεση, τα ακρυλικά ή βινυλικά χρώματα, ιδιαίτερα όταν διαμορφώνονται κάτω από το κρίσιμο PVC (CPVC), δημιουργούν σχεδόν συνεχές φιλμ με πολύ υψηλή αντίσταση διάχυσης (sd > 2 m). Προστατεύουν μεν από τη βροχή, αλλά παγιδεύουν την υγρασία στους τοίχους, οδηγώντας με τον χρόνο σε αποκολλήσεις ή φούσκωμα του φίλμ με αποτέλεσμα την προσβολή του υποστρώματος.

 

Πίνακας 1. Παράμετροι διάχυσης και απορρόφησης νερού σύμφωνα με EN 1062-1 και EN ISO 7783

Παράμετρος Περιγραφή / Ερμηνεία Μονάδα μέτρησης Πρότυπο αναφοράς Κατηγορία Όρια – Τιμές ταξινόμησης Ερμηνεία
w-value Ρυθμός απορρόφησης νερού μέσω τριχοειδών (capillary water absorption). Εκφράζει την ικανότητα του χρώματος να απορροφά υγρό νερό κατά την έκθεση σε βροχή. kg/m²·√h EN 1062-3 W1 – Χαμηλή
W2 – Μέτρια
W3 – Υψηλή
W1: w ≤ 0.1
W2: 0.1 < w ≤ 0.5
W3: w > 0.5
Όσο μικρότερο το w-value, τόσο υψηλότερη η αντοχή σε υγρασία. Τα σιλικονούχα χρώματα κατατάσσονται συνήθως στην κλάση W1.
sd-value Ισοδύναμο πάχος αέρα που αντιστοιχεί στην αντίσταση διάχυσης υδρατμών. Περιγράφει τη διαπνοή του φιλμ. m EN ISO 7783 V1 – Υψηλή διαπερατότητα
V2 – Μέτρια
V3 – Χαμηλή
V1: sd < 0.14
V2: 0.14 ≤ sd ≤ 1.4
V3: sd > 1.4
Όσο μικρότερο το sd-value, τόσο μεγαλύτερη η διαπνοή. Τα σιλικονούχα χρώματα κατατάσσονται συνήθως στην κλάση V1.
sd × w Δείκτης ισορροπίας μεταξύ στεγανότητας και διαπνοής, σύμφωνα με τη θεωρία Künzel. kg/m²·h½·m EN 1062-1 Προτεινόμενο όριο: sd × w ≤ 0.1 Εξασφαλίζει ότι το επίχρισμα αποβάλλει περισσότερη υγρασία από όση απορροφά. Ιδανική τιμή για σιλικονούχα χρώματα.

 

To PVC και η πορώδης δομή του φιλμ

Η μικροδομή των σιλικονούχων χρωμάτων καθορίζεται έντονα από τον λόγο πληρωτικών/ρητίνης. Το PVC (Pigment Volume Concentration) εκφράζει το ποσοστό του συνολικού όγκου που καταλαμβάνουν οι χρωστικές και τα πληρωτικά.

Εξίσωση 1. Τύπος υπολογισμού PVC

Όταν το PVC υπερβεί το CPVC (Critical Pigment Volume Concentration), το φιλμ παύει να είναι συνεχές και αποκτά ανοιχτούς πόρους. Αυτοί επιτρέπουν τη διάχυση υδρατμών αλλά και την είσοδο νερού. Εδώ παρεμβαίνει η σιλικονούχα ρητίνη: επενδύει τα τοιχώματα των πόρων με ένα λεπτό υδροφοβικό στρώμα, επιτυγχάνοντας υδατοαπωθητική πορώδη δομή.

Έτσι, οι σιλικονούχες επικαλύψεις βρίσκονται «πάνω από το CPVC» αλλά με πορώδες πλήρως επενδεδυμένο από σιλικονούχο φιλμ. Αντίθετα, τα ακρυλικά κάτω από το CPVC είναι κλειστά, με χαμηλή διαπνοή, ενώ τα silicate πάνω από το CPVC είναι υπερβολικά ανοικτά και απορροφητικά. Η βέλτιστη τιμή για τα σιλικονούχα χρώματα είναι PVC ~60–65%, όπου συνδυάζονται χαμηλό w και χαμηλό sd.

Υδροφοβία και φυσική συμπεριφορά της επιφάνειας

Το χαρακτηριστικό beading effect, δηλαδή η ικανότητα του νερού να σχηματίζει σφαιρικές σταγόνες πάνω στην επιφάνεια– οφείλεται στην οργάνωση των μεθυλομάδων (–CH₃) των σιλικονούχων ρητινών προς το εξωτερικό του φιλμ. Το αποτέλεσμα είναι υψηλές γωνίες επαφής, συνήθως 120°–130°, έναντι περίπου 80° για κοινά ακρυλικά.

Εικόνα 2. Beading effect

 

Εικόνα 3. Γωνία επαφής

Αυτή η ιδιότητα δεν είναι απλώς αισθητική. Οι σταγόνες βροχής απομακρύνουν σκόνη και οργανικούς ρύπους, διατηρώντας την όψη καθαρή για χρόνια. Επιπλέον, το πορώδες υπόστρωμα παραμένει στεγνό και θερμικά σταθερό, περιορίζοντας τη δημιουργία αλάτων και μικροοργανισμών.

Συγκριτική ανάλυση των βασικών τεχνολογιών

 

Πίνακας 2. Συγκριτικός πίνακας εμπορικά διαθέσιμων τεχνολογιών

Κατηγορία Δομή – Ρητίνη Υδατοαπορρόφηση (w) Διάχυση (sd) Πλεονεκτήματα Μειονεκτήματα
Ακρυλικά / Στυρενο-ακρυλικά Οργανικά πολυμερή κάτω του CPVC Πολύ χαμηλή Πολύ υψηλή Καλή πρόσφυση, οικονομία Παγιδεύουν υγρασία
Silicate coatings Υδρύαλος (Na/K silicate) Πολύ υψηλή Πολύ χαμηλή Απόλυτη διαπνοή, χημικός δεσμός με τσιμεντοειδή Ευθραυστότητα, απορροφούν νερό
SIL coatings (με πυριτικά πληρωτικά) Ακρυλικό + silica fillers Μέτρια Χαμηλή Καλή διαπνοή Αυξημένη απορρόφηση, περιορισμένη αντοχή
Σιλικονούχα coatings Γαλάκτωμα σιλικονούχας ρητίνης + ακρυλικό Πολύ χαμηλή Χαμηλή Υδροφοβικότητα, διαπνοή, καθαρότητα, αντοχή Υψηλότερο κόστος, χρειάζεται πολύ καλό formulation

Η παραπάνω σύγκριση δείχνει γιατί τα σιλικονούχα χρώματα θεωρούνται το «χρυσό πρότυπο» για εξωτερικές προσόψεις. Είναι τα μόνα υλικά που επιτυγχάνουν αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ w και sd, δηλαδή υψηλή διαπερατότητα σε υδρατμούς και ταυτόχρονα ελάχιστη απορρόφηση υγρού νερού.

 

Η θεωρία προστασίας προσόψεων του Künzel

Η θεμελιώδης αρχή της θεωρίας Künzel στηρίζεται στην παρατήρηση ότι η επιτυχής προστασία ενός τοίχου δεν εξαρτάται μόνο από τη στεγανοποίηση, αλλά από την ικανότητα της τοιχοποιίας να ισορροπεί την απορρόφηση και την αποβολή νερού. Ένα χρώμα πρέπει να περιορίζει την τριχοειδή απορρόφηση χωρίς να εμποδίζει τη διάχυση των υδρατμών.

Ο Künzel διατύπωσε τη σχέση αυτή με δύο φυσικές παραμέτρους:

  • το sd-value, που εκφράζει την αντίσταση του φιλμ στη διάχυση υδρατμών,
  • και το w24-value, που περιγράφει την ταχύτητα απορρόφησης υγρού νερού μέσω των πόρων.

Το γινόμενο των δύο τιμών, sd × w24, αποτελεί δείκτη ισορροπίας μεταξύ στεγανότητας και διαπνοής. Ένα υλικό θεωρείται «ισορροπημένο» όταν αυτό το γινόμενο παραμένει μικρότερο του 0.1 (kg/m²·h½·m), δηλαδή όταν το χρώμα επιτρέπει στο τοίχωμα να αποβάλλει περισσότερο νερό απ’ ό,τι προσλαμβάνει κατά τη διάρκεια βροχόπτωσης.

Οι σιλικονούχες ρητίνες επιτυγχάνουν αυτή την ισορροπία με μοναδικό τρόπο. Η υδροφοβική τους μήτρα μειώνει το w24 σε επίπεδα συγκρίσιμα με τα ακρυλικά, ενώ η ανοιχτή μικροπορώδης δομή τους κρατά το sd χαμηλό, επιτρέποντας συνεχή διάχυση υδρατμών. Το αποτέλεσμα είναι μια προσόψη που στεγνώνει γρηγορότερα μετά τη βροχή, μειώνοντας το χρόνο παραμονής υγρασίας στην τοιχοποιία και αποτρέποντας την ανάπτυξη μυκήτων, αλάτων και αποκολλήσεων.

Η θεωρία αυτή αποτέλεσε τη βάση για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (EN 1062-1), η οποία ταξινομεί τις επιστρώσεις σε τρεις κλάσεις διαπερατότητας υδρατμών (V1–V3) και απορρόφησης νερού (W1–W3). Οι σιλικονούχες επικαλύψεις επιτυγχάνουν τυπικά V1 / W3, δηλαδή υψηλή διαπνοή και χαμηλή απορρόφηση — η ιδανική συνθήκη για φυσική ισορροπία του περιβλήματος.

Μικροπορώδη φιλμ και μηχανισμοί διάχυσης

Η απόδοση των σιλικονούχων χρωμάτων εξαρτάται όχι μόνο από τη χημεία της ρητίνης αλλά και από τη μορφολογία του φιλμ που σχηματίζεται μετά την εξάτμιση του νερού. Κατά την ξήρανση, το γαλάκτωμα σιλικονούχας ρητίνης και η ακρυλική φάση συνενώνονται μερικώς, σχηματίζοντας ένα δίκτυο πόρων με μέση διάμετρο μικρότερη του ενός μικρομέτρου. Αυτοί οι πόροι επιτρέπουν τη μεταφορά υδρατμών μέσω μοριακής διάχυσης, αλλά είναι πολύ μικροί για να επιτρέψουν τη ροή υγρού νερού μέσω τριχοειδών.

Η ισορροπία αυτή οφείλεται στη διαφορετική φύση των δυνάμεων που δρουν σε κάθε κατάσταση:

  • Οι υδρατμοί κινούνται λόγω διαφορικής μερικής πίεσης και διαπερνούν τους μικροπόρους ανεμπόδιστα.
  • Το υγρό νερό απαιτεί συνεχή τριχοειδή δίκτυα τα οποία στα σιλικονούχα χρώματα δεν υφίστανται, καθώς οι επιφάνειες των πόρων είναι επενδεδυμένες με μεθυλοσιλοξάνες χαμηλής επιφανειακής ενέργειας.

Έτσι, το φιλμ είναι διαπερατό σε αέρια αλλά όχι σε υγρά. Αυτή η επιλεκτική διαπερατότητα εξηγεί γιατί μια σιλικονούχα επίστρωση μπορεί να έχει συντελεστή sd τόσο χαμηλό όσο 0.1 m και ταυτόχρονα w μικρότερο από 0.05 kg/m²·√h.

Η μικροδομή των πόρων επηρεάζεται σημαντικά από το ποσοστό πληρωτικών και το μέγεθος των κόκκων. Οι λεπτόκοκκες πυριτικές σκόνες (silica, talc) συμβάλλουν στη διαμόρφωση δικτύου μικροπόρων και αυξάνουν τη σταθερότητα της επιφάνειας. Εάν το PVC ξεπεράσει υπερβολικά το CPVC, οι πόροι ενώνονται και αυξάνεται η απορρόφηση. Αντίθετα, υπερβολική ποσότητα ρητίνης κλείνει τους πόρους και μειώνει τη διαπνοή. Το ζητούμενο είναι ένα φιλμ πάνω από το CPVC αλλά με ελεγχόμενο μικροπορώδες, ώστε να παραμένει λειτουργικό σε όλη τη διάρκεια ζωής του.

Από φυσικής άποψης, η αποτελεσματικότητα αυτών των φιλμ οφείλεται σε έναν συνδυασμό φαινομένων επιφανειακής τάσης, γωνίας επαφής και τοπικής διάχυσης, δηλαδή ένας μηχανισμός παρόμοιος με εκείνον που επιτρέπει στο φύλλο του λωτού να παραμένει στεγνό. Με την πάροδο του χρόνου, η σταθερότητα αυτού του μικροπορώδους δικτύου είναι το κλειδί για τη διατήρηση της λειτουργίας του χρώματος: να απορρίπτει το νερό, να επιτρέπει την αναπνοή και να διατηρεί καθαρή την επιφάνειά του.

Μηχανισμοί ρύπανσης και διατήρηση καθαρότητας

Ένα κρίσιμο πλεονέκτημα των σιλικονούχων χρωμάτων είναι η μειωμένη ικανότητα πρόσφυσης ρύπων. Ο συνδυασμός χαμηλής επιφανειακής ενέργειας και ταχείας απορροής υδάτων αποτρέπει τη συσσώρευση σκόνης και μικροβιολογικών επικαθίσεων.

Εργαστηριακές και υπαίθριες μελέτες έχουν δείξει ότι η τάση ρύπανσης συσχετίζεται περισσότερο με τον όγκο πληρωτικών (PVC) και λιγότερο με τον τύπο της ρητίνης. Όσο υψηλότερο το PVC, τόσο πιο τραχιά η επιφάνεια και τόσο δυσκολότερη η συγκράτηση οργανικών ρύπων. Τα σιλικονούχα χρώματα, με PVC ~65%, προσφέρουν την ιδανική τραχύτητα για αυτοκαθαριζόμενη συμπεριφορά χωρίς κιμωλίαση.

Σε μακροχρόνιες δοκιμές παρατήρησης, οι επιφάνειες σιλικονούχων ρητινών παρουσιάζουν μικρότερη μεταβολή φωτεινότητας (ΔL) και σταθερότερη χρωματική εμφάνιση συγκριτικά με ακρυλικά, ιδιαίτερα σε υγρά ή αστικά περιβάλλοντα.

Νέες τεχνολογίες και υβριδικά συστήματα

Τα τελευταία χρόνια, η έρευνα επικεντρώνεται στη βελτίωση της συνάφειας μεταξύ της ανόργανης σιλικονούχας φάσης και της οργανικής πολυμερικής φάσης. Οι λεγόμενες νανοϋβριδικές ρητίνες (silica–latex nanocomposites) συνδυάζουν κολλοειδές SiO₂ με ακρυλικό συμπολυμερές σε μοριακή κλίμακα, επιτυγχάνοντας ακόμη χαμηλότερο w και υψηλότερη ανθεκτικότητα στη ρύπανση.

Επίσης, νέες μεθυλοσιλικονούχες ρητίνες υψηλής στερεάς περιεκτικότητας (50–60%) επιτρέπουν την παραγωγή χρωμάτων με μικρότερη περιεκτικότητα σε πτητικούς οργανικούς διαλύτες (VOC < 30 g/L), χωρίς να αλλοιώνεται η διαπνοή.

Τέλος, η ενσωμάτωση νανοτιτανίου (TiO₂) με φωτοκαταλυτικές ιδιότητες σε σιλικονούχα ή silicate συστήματα δημιουργεί «ενεργές» επιφάνειες ικανές να αποδομούν οργανικούς ρύπους και οξείδια του αζώτου. Αν και η τεχνολογία αυτή βρίσκεται ακόμη σε στάδιο βελτιστοποίησης, δείχνει τη μελλοντική κατεύθυνση των χρωμάτων με περιβαλλοντική λειτουργία.

Εφαρμογές και αρχιτεκτονική σημασία

Τα σιλικονούχα χρώματα και σοβάδες εφαρμόζονται σήμερα σε ένα ευρύ φάσμα αρχιτεκτονικών χρήσεων:

  • προστασία και αισθητική αναβάθμιση προσόψεων ιστορικών και σύγχρονων κτιρίων,
  • συστήματα εξωτερικής θερμομόνωσης (ETICS),
  • αποκατάσταση σοβάδων με υψηλή διαπνοή,
  • βαφή τσιμεντοειδών ή ασβεστοκονιαμάτων,
  • βαφές υψηλής αντοχής σε αστικά, παράκτια ή βιομηχανικά περιβάλλοντα.

Η δυνατότητα επίτευξης ματ ή σατινέ επιφανειών, σε συνδυασμό με τη σταθερότητα χρώματος και τη χαμηλή κιμωλίαση, έχει καθιερώσει τις σιλικονούχες ρητίνες ως τη βασική επιλογή υψηλής ποιότητας για εξωτερικά δομικά έργα.

Επίλογος

Η τεχνολογία των σιλικονούχων χρωμάτων και σοβάδων αντιπροσωπεύει την πιο ώριμη και επιστημονικά τεκμηριωμένη προσέγγιση στην προστασία προσόψεων. Ενσωματώνει την εμπειρία των ορυκτών silicate και την προσαρμοστικότητα των ακρυλικών, υπερβαίνοντας τους περιορισμούς και των δύο.

Η αρχή της υδροφοβικής πορώδους δομής, όπου το νερό απορρίπτεται ενώ οι υδρατμοί διαχέονται, παραμένει ο ακρογωνιαίος λίθος της επιτυχίας τους. Μέσα από την ακριβή ρύθμιση του PVC και τη χρήση σταθεροποιημένων γαλακτωμάτων σιλικονούχας ρητίνης, τα χρώματα αυτά προσφέρουν διαχρονική αντοχή, φυσική εμφάνιση και ασύγκριτη προστασία έναντι υγρασίας και ρύπων.

Στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών προτύπων για ενεργειακή απόδοση και μακροχρόνια συντήρηση κτιρίων, τα σιλικονούχα χρώματα και σοβάδες αποτελούν όχι μόνο επιλογή αισθητικής, αλλά εργαλείο προστασίας του δομημένου περιβάλλοντος, με ένα υλικό που συνδυάζει τη χημεία με τη φυσική και την τεχνολογία με τη διάρκεια.

Βιβλιογραφία

Kittel, H. (2003). Paints, coatings and solvents (3rd ed.). Wiley-VCH.

Heilen, W., & Herrwerth, S. (2015). Silicone resins and their combinations (2nd rev. ed.). Hanover, Germany: Vincentz Network. ISBN 978-3-86630-697-4.

Koleske, J. V. (Ed.). (2012). Paint and coating testing manual: 15th edition of the Gardner-Sward handbook. ASTM International.

Bieleman, J. (Ed.). (2000). Additives for coatings. Wiley-VCH.

Wacker Chemie AG. (2019). SILRES® SREP – Silicone resin emulsion paints: Technical brochure. Munich: Wacker Chemie AG. Retrieved from https://www.wacker.com

Wacker Chemie AG. (2021). SILRES® BS – Silicone resin technology for building protection. Technical information. Munich: Wacker Chemie AG. Retrieved from https://www.wacker.com

Ινστιτούτο Τεχνολογίας Χρωμάτων. (2023). Τεχνολογία Χρωμάτων. Αθήνα: Εκδόσεις IoCT.

 

Καλάθι αγορών0
Δεν υπάρχουν προϊόντα στο καλάθι!
Συνέχεια Αγορών
0
Επισκόπηση απορρήτου

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες των cookies αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησής σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η αναγνώρισή σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπό μας και βοηθώντας την ομάδα μας να καταλάβει ποια τμήματα του ιστότοπου μας θεωρείτε πιο ενδιαφέροντα και χρήσιμα.